Τι να της κάνω της καρδιάς της παραπονεμένης;
Βολές με κάνει και γελώ, βολές κι αναστενάζω.
Για να αποθάνω, δεν μπορώ, να ζήσω, πώς να ζήσω;
Να πάνω σ’ άλλο σύνορο και σ’ άλλο βιλαέτι,
ξένος κι εδώ, ξένος κι εκεί, κι όπου κι αν πάω ξένος.
Ηπειρώτικο, Της Ξενιτιάς
Εδώ και αρκετό καιρό τα σύνορα διασχίζονται από σιωπηλές και αποκαμωμένες φιγούρες. Διαπερνούν φυλάκια, ναρκοπέδια, λιμενικά μπλόκα και υπερσύγχρονα ραντάρ. Είναι οι μετανάστες. Άνθρωποι αποφασισμένοι να κινηθούν για να ζήσουν μακριά από τη φρίκη ενός πολέμου, την ανέχεια μιας τριτοκοσμικής επαρχίας. Το άπλωμα του καπιταλιστικού συστήματος ακόμα και στα πιο απίθανα σημεία αυτού του πλανήτη παράγει αφόρητες συνθήκες ζωής. Ιδιαίτερα εκεί όπου ο πόλεμος αποτελεί μία καθημερινότητα δεκαετιών, εκεί όπου τα αποικιακά καθεστώτα μετασχηματίστηκαν σε δικτατορίες ή καταπιεστικές θεοκρατίες. Εκεί, άνθρωποι επιλέγουν να μετακινηθούν μαζικά. Προορισμός ή μονόδρομος η Ευρώπη.
Είτε ανατινάζονται σε κάποιο ναρκοπέδιο, είτε πνίγονται στα παγωμένα νερά κάποιου μεσογειακού πελάγους και σίγουρα δεν φταίει η «κακιά η ώρα». Είναι αποτέλεσμα της θωράκισης των ελληνικών συνόρων, όντας και σύνορα της Ευρώπης, με μηχανισμούς ελέγχου, όπως η Frontex και ο ευρωστρατός, με αποτέλεσμα πολλές φορές τις απροκάλυπτες δολοφονίες. Ο μύθος για το ελληνικό σταυροδρόμι των πολιτισμών είναι μάλλον ένας από τους χειρότερους εφιάλτες για χιλιάδες που διασταυρώνονται με την βία των συνόρων. Όσοι τελικά περάσουν έρχονται πρόσωπο με πρόσωπο με χώρους εγκλεισμού, τα λεγόμενα κέντρα κράτησης, ή υπαίθριους αυτοσχέδιους καταυλισμούς στους οποίους διαβιούν κάτω από πολύ άθλιες συνθήκες. Εκατοντάδες μετανάστες παραμένουν στοιβαγμένοι εβδομάδες ή και μήνες, μέχρι να τους απελάσουν συνοπτικά και απροειδοποίητα ή μέχρι να βρουν τρόπο διαφυγής προς άλλες χώρες της Ευρώπης. Για τους διοικητικούς μηχανισμούς του κράτους, οι μετανάστες είναι ένα άγραφο χαρτί, ένας βιολογικός οργανισμός χωρίς ιστορία, χωρίς δικαιώματα, χωρίς πολιτική υπόσταση, ένα κουρασμένο σώμα, που όλως παραδόξως κατάφερε να ξεγλιστρήσει.
Έτσι και στην Ηγουμενίτσα, πόλη με λιμάνι άρα και βασική πύλη εισόδου προς τη Δύση, μετανάστες από διαφορετικούς τόπους και διαφορετικές κουλτούρες καταφθάνουν, ψάχνοντας αγωνιωδώς την κατάλληλη στιγμή για τη φυγή τους από τη χώρα, για τον υποτιθέμενο παράδεισο της κεντρικής Ευρώπης.
Αυτή τη στιγμή στο δάσος πάνω από το Λαδοχώρι, γύρω στα 450 άτομα, με σοβαρές ασθένειες σε πολλούς από αυτούς (χρόνια αναπνευστικά προβλήματα, σακχαρώδη διαβήτη, ψώρα, κ.α.) αλλά και σοβαρά τραύματα, περιφέρονται στην πόλη, ζώντας ανά ομάδες σε πρόχειρους αυτοσχέδιους καταυλισμούς στα γύρωδασύλλια, στερούμενοι ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, τροφής, ρουχισμού αλλά και στοιχειώδους υγιεινής. Μαζί με αυτούς που στοιβάζονται σε χώρους κράτησης, υπό άθλιες συνθήκες, ο αριθμός φαίνεται να ξεπερνάει κατά καιρούς τους 500. Ταυτόχρονα η αστυνομία, κάνει σφιχτό κλοιό γύρω από την περιοχή και οι επιθέσεις προς τους μετανάστες είτε μέσα είτε έξω από τον καταυλισμό είναι πολύ συχνό φαινόμενο. Το κάψιμο των ελάχιστων προσωπικών τους αντικειμένων, οι μαζικές συλλήψεις και ξυλοδαρμοί, οι επιθέσεις σκυλιών της αστυνομίας και τα νυχτερινά ανθρωποκυνηγητά μετατρέπουν την καθημερινότητα των μεταναστών σε εφιάλτη. Η αστυνομία φροντίζει την συνάντηση των μεταναστών με τον «ελληνικό παράδεισο».
Το σοβαρό όμως ζήτημα που προκύπτει, το οποίο βρίσκεται στο κέντρο του ενδιαφέροντος, είναι η οργανωμένη πολιτική διαχείριση της μετανάστευσης με όρους αναπαραγωγής του συστήματος. Ο έλεγχος της δύναμης των μεταναστών, με ένα επίσημο πια καθεστώς ομηρίας. Μιας ομηρίας που ξεκινάει από την υποτίμηση της εργασίας τους ως φτηνό εργατικό δυναμικό (ανασφάλιστη εργασία, μηδαμινά μεροκάματα) έως και την υποτίμηση της ίδιας τους της ζωής, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στην περίπτωση της καταναγκαστικής πορνείας σε πολλές γυναίκες μετανάστριες. Ο έλεγχος συνάμα των ντόπιων πληθυσμών μέσω της γενίκευσης του φόβου για «τον ξένο που θα πάρει τη δουλειά», «θα βιάσει» και «θα κλέψει».
Με τους μετανάστες όμως δεν είμαστε ξένοι, είναι παλιοί μας γνώριμοι, στο βαθμό που για την κατάστασή τους ευθύνεται το σύστημα που είναι υπεύθυνο και για τη δική μας υποταγή. Είναι αυτή η επίγνωση της «από κοινού» καταπίεσης που μας συνδέει με τους μετανάστες και που μας οπλίζει με αποφασιστικότητα ώστε να επιτεθούμε σε ό,τι μας διαχωρίζει, ό,τι μας αναγκάζει να ανταγωνιζόμαστε μεταξύ μας, ό,τι μας διαιρεί και μας απομονώνει. Επομένως, η αλληλεγγύη στους μετανάστες δεν μπορεί να είναι ζήτημα ανθρωπισμού ή «υπεράσπισης των δικαιωμάτων» όπως παρουσιάζεται από την εκκλησία, τις ΜΚΟ ή ακόμα και από αριστερές συνιστώσες, αλλά αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης των αιτιών που οδηγούν σε αυτή την κατάσταση και μας ενώνουν με τους μετανάστες στην βάση του κοινού αγώνα ενάντια στο κράτος και το κεφάλαιο. Η επίθεση στους μετανάστες είναι επίθεση σε όλους μας και δεν γίνεται να ανασχεθεί αν δεν συνειδητοποιήσουμε ότι βρισκόμαστε στον ίδιο παρονομαστή.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, από τον Φλεβάρη του 2010, έχει συγκροτηθεί στην Δυτική Ελλάδα ένα Συντονιστικό δράσης για την αλληλεγγύη στους μετανάστες και τους πρόσφυγες. Ένα ανοιχτό σε όλους συντονιστικό που απαρτίζεται από ανθρώπους και συλλογικότητες από την Κέρκυρα, την Ηγουμενίτσα, τα Γιάννενα, το Αγρίνιο και από αλλού, με στόχο, πέρα από την υλική στήριξη, την ανάδειξη των ζητημάτων που αφορούν τους μετανάστες στις τοπικές κοινωνίες, την καταπολέμηση των διάχυτων ρατσιστικών συμπεριφορών και πρακτικών (είτε σε κοινωνικό είτε σε θεσμικό επίπεδο) και τέλος τον συντονισμό δράσεων αλληλεγγύης.
Με αυτό σαν δεδομένο και θεωρώντας την περίπτωση των εκατοντάδων στοιβαγμένων ανθρώπων στο Λαδοχώρι Ηγουμενίτσας ως κρίσιμη και κεντρική για την Δυτική Ελλάδα, το Συντονιστικό διοργανώνει διήμερο εκδηλώσεων στους χώρους του ΤΕΙ Ηγουμενίτσας, με εκδηλώσεις, συζητήσεις, εκθέσεις, προβολές ντοκιμαντέρ και συναυλίες με στόχο αφενός την πληροφόρηση για το ζήτημα και αφετέρου την συγκέντρωση χρημάτων, ρουχισμού και φαρμάκων, που θα καταλήξουν στον αυτοσχέδιο καταυλισμό.
Η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΟΠΛΟ ΜΑΣ
συντονιστικό δυτικής ελλάδας για την αλληλεγγύη σε μετανάστες και πρόσφυγες
_Eπιπλέον η συλλογή τροφίμων και φαρμάκων (βλ. παρακάτω) για τους μετανάστες συνεχίζεται ακόμα στην κατάληψη, ενώ ευπρόσδεκτη είναι και η οικονομική υποστήριξη για τους ίδιους σκοπούς.